Ντέλα Κουέρτσια, Γιάκοπο — (Jacopo Della Quercia, Σιένα περ. 1371 – 1438). Ιταλός γλύπτης, ξυλόγλυπτης και χρυσοχόος. Ήταν γιος του Πιερο ντι Γκουαρνιέρι. Το πρώτο βέβαιο έργο του είναι ο τάφος της Ιλάρια ντελ Καρέτο, συζύγου του Πάολο Γκουινίτζι, που εκτελέστηκε το 1406… … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek
Πετράρχης, Φραντσέσκο — (Petrarca, Αρέτσο, Τοσκάνη 1304 – Αρκουά, Πάντοβα 1374). Ιταλός ποιητής. Γιος ενός Φλωρεντινού εξόριστου, ο Π. έζησε στην αρχή στην Πίζα και μετά πήγε στην Αβινιόν, έδρα τότε του παπισμού, σημαντικό πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο. Μετά τις… … Dictionary of Greek
Μιχαήλ Άγγελος — I Όνομα δύο δεσποτών της Ηπείρου. 1. Μ. Α’ Ά. Κομνηνός (12ος 13ος αι.). Ιδρυτής του δεσποτάτου της Ηπείρου, ενός από τα τρία ελληνικά κράτη που δημιουργήθηκαν μετά την κατάλυση της βυζαντινής αυτοκρατορίας από τους Φράγκους. Νόθος γιος του… … Dictionary of Greek
Νικολό ντελ’ Άρκα — (Niccolo dell’Arca, 15ος αι.). Ιταλός γλύπτης, γνωστός και με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Νικολό ντα Μπάρι. Εργάστηκε στη Βενετία και στην Μπολόνια. Ονομάστηκε ντελ’ Άρκα (δηλαδή της Λάρνακας) από το έργο του (Στέψη και 14 μορφές) της λάρνακας του… … Dictionary of Greek
Γότθοι — Αρχαίος γερμανικός λαός που προερχόταν από τη νότια Σκανδιναβία και συγκεκριμένα από την περιοχή που ονομάζεται Γκότλαντ (χώρα των Γότθων). Στις αρχές των χριστιανικών χρόνων ήταν εγκατεστημένοι στις νότιες ακτές της Βαλτικής, που θεωρείται πως… … Dictionary of Greek